Η Ψυχολογία στην Ελλάδα σήμερα

Πώς η κρίση επηρεάζει την ψυχολογία μας

Η σημερινή κατάσταση που βιώνουμε ως λαός, βιώνεται και αντιλαμβάνεται διαφορετικά από κάθε άνθρωπο. Και ένας σημαντικός παράγοντας που επηρεάζει είναι το κατά πόσο ψυχικά γεμάτος και ευέλικτος είναι ένας άνθρωπος. Εξαρτάται από το αν και πόσες αλλαγές και δυσκολίες βιώνει ο καθένας από τη νέα κατάσταση. Η κρίση στη χώρα μας δεν είναι σημερινή και είναι ένα κράμα δομικών, θεσμικών, ηθικών, πολιτικών και πολιτισμικών παραγόντων. Ως εκ τούτου, βρισκόμαστε σε ένα κομβικό σημείο συναισθηματικής ωρίμανσης ως κοινωνία.

Η ιστορία και ο πολιτισμός του Ελληνικού λαού είναι στοιχεία σύγκλισης. Στοιχεία και επιτεύγματα που τον εδραιώνουν όπως η δημοκρατία, ο ολυμπισμός, ο ανθρωπισμός, η τέχνη, η φιλοσοφία, η επιστήμη, η διανόηση είναι αυτά που εμπιστευόμαστε ως λαός. Γνωρίσματα και συμπεριφορές που ιστορικά περιγράφουν ένα ανθρωπολογικό τύπο, που οργανώθηκε μετά τη σύσταση του ελληνικού κράτους εδώ και σχεδόν δύο αιώνες. Όπου, η πολιτισμική πραγματικότητα επιδρά σημαντικά στο χαρακτήρα ενός ανθρώπου, στην ιδιοσυγκρασία, στις οικογενειακές σχέσεις. Διαμορφώνουν τη ταυτότητα, τον τρόπο αντίληψης του εαυτού, του κόσμου και των σχέσεών του. Όπως υποστηρίζει ο φιλόσοφος Κορνήλιος Καστοριάδης:
«Η νεοελληνική ταυτότητα χαρακτηρίζεται από μια δομική αντίφαση, ένα βασικό αδιέξοδο: θέλει να ακολουθήσει την αρχαία ελληνική ιστορία και παράδοση ταυτόχρονα με τη βυζαντινή, όμως ο αρχαιοελληνικός πολιτισμός δίνει έμφαση στην ελευθερία και την αυτονομία, ενώ ο βυζαντινός στο δόγμα και τη σχέση με το Θεό»
Αποτέλεσμα αυτού θεωρείται η έλλειψη δημιουργικών προσεγγίσεων στον πνευματικό κόσμο. Όπως υποστηρίζει ο νεοέλληνας έχει μια αμφιθυμική σχέση με την αρχαιοελληνική παράδοση: τη θαυμάζει αλλά ταυτόχρονα νιώθει μειονεκτικά αφού ουσιαστικά την αγνοεί.
Η οικονομική και θεσμική κρίση λοιπόν, που βιώνει η Ελλάδα τα τελευταία χρόνια έχει μεγάλη ψυχική σημασία. Οι πολίτες δυσκολεύονται να διαχειριστούν τις απότομες αλλαγές που επιφέρουν τα διάφορα σκληρά οικονομικά και άλλα μέτρα, χάνουν την εμπιστοσύνη στον εαυτό τους, καθώς και το αίσθημα της ασφάλειας και της σταθερότητας. Η ανασφάλεια και ο φόβος για το αύριο, προκαλεί αύξηση αγχωδών διαταραχών, κρίσεων πανικού, φοβιών, ψυχοσωματικών διαταραχών και κυρίως των καταθλίψεων. Οι καινούργιες συνθήκες που επιβάλλονται πάνω στο λαό, του περιορίζουν την εκπλήρωση των επιθυμιών του. Αυτός ο περιορισμός, αυτή η ματαίωση, προκαλεί αγανάκτηση, θυμό, επιθετικότητα. Εάν αυτή η επιθετικότητα δεν εκτονωθεί εκτός του εαυτού, τότε αναβάλλεται, δηλαδή στρέφεται προς τον εαυτό και με αυτό τον τρόπο μεταλλάσσεται σε κατάθλιψη. Φυσικά, ένα άτομο για να εμφανίσει κατάθλιψη χρειάζεται κι άλλους ενδογενείς παράγοντες. Η οικονομική κρίση δρα σαν αφορμή, σε ένα ψυχολογικό υπόστρωμα, μια ιδιαίτερη δομή της προσωπικότητας κάθε ατόμου.
Και αυτό που έρχεται πρώτο, η οικονομικές δυσκολίες και η ανεργία, είναι αυτά που μπορεί να ταλανίζουν μια κοινωνία, που φέρνουν την μεγαλύτερη συναισθηματική επιβάρυνση και την έλλειψη ελπίδας. Με αποτέλεσμα την έκπτωση αξιών και ιδεών που καλλιεργείται συστηματικά. Και ενώ κανένας υγιής άνθρωπος δεν πιστεύει ότι η οικονομική ευημερία είναι η βασική αρχή για να εξελιχθεί η συναισθηματική και πνευματική του ωρίμανση, είναι υποχρεωμένος να δέχεται καθημερινά βομβαρδισμό μηνυμάτων και πληροφοριών, όπου όλα στρέφονται γύρο από την οικονομία.
Και δυστυχώς, σήμερα η κατάθλιψη στην ελληνική κοινωνία είναι γενικευμένη και λανθάνουσα. Η απώλεια εργασίας (ή ο φόβος απώλειας αυτής) οι οικονομικές δυσκολίες, η μη ύπαρξη προοπτικής και κοινωνικής αποκατάστασης, δημιουργούν μια ατμόσφαιρα απαισιοδοξίας και απόγνωσης.
Η αλλαγή όμως ή και η θεραπεία ξεκινάει από εμάς. Η συνειδητή βίωση των συναισθημάτων μας ας είναι το πρώτο βήμα. Έχουμε ως πληθυσμός, στοχοποιήσει και δαιμονοποιήσει τη βίωση της θλίψης, του θυμού, της αγανάκτησης και της ματαίωσης, προς χάριν της πνευματικής υποβάθμισης και της απάθειας. Και είναι να έχουμε κατά νου πως η συνειδητή βίωση του θυμού οδηγεί στην ελπίδα, στην αλλαγή και στο παρακάτω του κάθε ανθρώπου, βιώνοντας την ελευθερία και παίρνοντας απόσταση από το συναίσθημα του φόβου. Το να ανοιχτούμε χωρίς να κρύψουμε τις πληγές μας και τον πόνο μας στον άλλον, το να έχουμε διάθεση να εκθέσουμε τον εαυτό μας ολοκληρωτικά σε ένα αυτί που και θέλει και μπορεί να ακούσει χωρίς να κρίνει, μπορεί να είναι το μεγαλύτερο ψυχικό παυσίπονο.